περιβωμβώ

περιβωμβώ
-έω, Μ
(συν. το μέσ.) περιβωμβοῡμαι, -έομαι
(κυρίως για ζώα) είμαι τοποθετημένος στη σειρά και κινούμαι γύρω γύρω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”